On air

Every Saturday @ Midnight


F(reaking)_Rock Show

F(reaking)_Rock Show

28/5/12

Broken strings...


Ακουμπισμένη στη γωνιά του δωματίου πλέον έχει γίνει μια άμορφη μάζα, ούτε ανθρώπου, ούτε κούκλας εικόνα. Σκεπασμένη με το γκρίζο της σκόνης και τα σχοινιά ξεφτισμένα με το κίτρινο νοσηρό χρώμα της πολυκαιρίας. Το κίτρινο δεν είναι το χρώμα του ήλιου ή του μίσους, είναι το χρώμα του παρελθόντος, το χρώμα που αφήνει πίσω του ο χρόνος όταν κυλάει χωρίς νόημα.

Κάποτε την ακούμπησε εκεί για να «ξαποστάσει», για λίγο της είπε μόνο, τύλιξε τα πόδια της, άφησε τα χέρια της να πέσουν άψυχα στο πλάι, έγυρε το κεφάλι να ησυχάσει από τις σκέψεις. Ο χρόνος κυλάει διαφορετικά για τον καθένα, το δικό της λίγο ήταν πολύ για κάποιους. Ενοχλούσε σε αυτή τη στάση, περνούσαν και την έσπρωχναν, την μετακινούσαν, την τραβούσαν από τα σχοινιά, κάποιοι περίεργοι ή αργόσχολοι στάθηκαν μπροστά της λίγο παραπάνω. Προσπάθησαν να τη σηκώσουν όμως τα σχοινιά ήταν τόσο παλιά που θρυματίζονταν στα χέρια τους. Έτσι άλλαξε στάσεις πολλές, έγινε κουβάρι και πάλι κούκλα και πάλι άνθρωπος και πάλι κουβάρι.


Ξύπνησε και το σώμα της πονούσε, προσπάθησε να τινάξει τη σκόνη από τα μάτια, έβλεπε θολά. Αλλού θυμάται τον εαυτό της και αλλού βρίσκεται τώρα. Μήπως τριγυρνάει ακόμα στον κόσμο των ονείρων; Μα όχι, δεν μπορεί, αποχαιρέτησε πριν από λίγο τον Μορφέα το θυμάται καλά αύτο, έσκυψε πάνω της, άκουσε την ανάσα του στο αυτί της, τη φίλησε τρυφερά στο μάγουλο και της ψιθύρισε: “καιρός να ξυπνήσεις τώρα γλυκειά μου, η ζωή εκεί έξω σε περιμένει... εμείς θα συναντιόμαστε πλέον μόνο στα όνειρα, θα σε παίρνω στην αγκαλιά μου και θα σε ταξιδεύω στους κόσμους των ερώτων, όμως τώρα έχεις πια θεραπευτεί, έχεις ξεκουραστεί και ήρθε η ώρα να προχωρήσεις.”

Τινάζει όπως μπορεί το γκρίζο από τα μάτια, προσπαθεί να επικεντρωθεί στις κόρες των ματιών της, να σταματήσουν να διαστέλλονται με το λιγοστό φως που όμως το νιώθει να καίει μέχρι το βάθος του μυαλού της. Δυό μάτια που κάποτε έλαμπαν και οι θεατές τα περνούσαν για αληθινά τώρα άψυχα προσπαθούν να επανακτήσουν τις βασικές τους λειτουργίες. Συνηθίζει στο φως όσο περνάει η ώρα.
Η συνήθεια μπαίνει με βιαιότητα στη ζωή μας, τόσο ύπουλα που μερικές φορές τη θεωρούμε δεύτερη φύση μας ή και φυσική. Όπου βρει λίγο χώρο, λίγο κενό παρυσφρύει και διαβρώνει την ύπαρξη.



Έτσι και σε αυτή την περίπτωση, εκεί που για αιώνες υπήρχε σκοτάδι, έρχεται η συνήθεια του φωτός να γίνει αναγκαία. Να μπορέσει να δει... αυτό θέλει πρώτα απ’ όλα και δεν την πειράζει αν δεν τα βλέπει όλα με τον τρόπο που θα έπρεπε. Σηκώνει το χέρι της με κόπο. Βλέπει το σχοινί, διαντωμένο, ξεφτισμένο, πιο κοντό απ’ ότι το θυμάται. Το ίδιο και στο άλλο χέρι, το σχοινί που κρατούσε τους καρπούς μοιάζει πια σαν το δέρμα ενός φιδιού που δραπετεύοντας το άφησε πίσω του και με την παραμικρή κίνηση είναι έτοιμο να διαλυθεί. Πονάει ολόκληρη βλέπει κομμάτια τριγύρω της, το χρώμα της να έχει ξεθωριάσει σε σημεία, εκεί που κάποτε υπήρχαν δαντέλες, σατέν και μετάξια να έχουν αντικατασταθεί με κουρέλια. Σηκώνεται αργά σέρνοντας πίσω της τα σχοινιά που διαλύονται με κάθε της κίνηση. Προσπαθεί να ισορροπήσει, ακουμπάει όπου βρει για να στερεωθεί. Αγωνίζεται όπως μπορεί, όσο μπορεί. Μια ανάγκη πιο δυνατή απ’ οτιδήποτε άλλο την σπρώχνει να παλεύει να σταθεί για πρώτη φορά στα πόδια της. Και τα καταφέρνει... Για πρώτη φορά στη ζωή της... είναι όρθια, στέκεται... βασίζεται στα πόδια της. 

Θυμάται τον εαυτό της να χορεύει, να στριφογυρίζει, να τρέχει να πετάει όλο χάρη, ενώ τώρα τα γόνατα τρέμουν, τα χέρια κινούνται άχαρα μπρος πίσω, η μέση δε λυγίζει, ο αυχένας παραμένει σκυφτός... κι όμως εκείνη νιώθει χαρά... μια πρωτόγνωρη χαρά... Για πρώτη φορά στη ζωή της στέκεται μόνη της. Τα σχοινιά που κάποτε κινούσε κάποιος άλλος τώρα είναι διαλυμμένα, και σέρνονται πίσω της. Θα μάθει να περπατάει από την αρχή, θα είναι λιγότερο αέρινη, κομψή και πιθανότερο όλων είναι οι άνθρωποι να μη την θαυμάζουν πια, να μη γυρίζουν το πρόσωπο προς το μέρος της όταν την αντικρίζουν αντιθέτως να το αποστρέφουν από αυτήν. Όμως είναι ζωντανή για πρώτη φορά. Ορίζει εκείνη τον εαυτό της. Υπάρχει.! 

6/5/12

Το παζλ

Όλη η ζωή είναι σαν ένα μεγάλο παζλ. Βρίσκεις ξαφνικά ένα κομμάτι και είναι τόσο όμορφο που δε θες να το αφήσεις από τα χέρια σου. Έτσι ψάχνεις στα χρώματα, στις γραμμές, στο περίγραμμα κάπου να το ταιριάξεις.
Το καλό με τα συμβατικά παζλ είναι ότι έρχονται με την εικόνα τυπωμένη στο εξώφυλλο και με τον αριθμό των κομματιών γραμμένο πάνω στο κουτί. Στο παζλ της ζωής σου όμως δεν ξέρεις ούτε πόσα κομμάτια υπάρχουν, ούτε ποια θα είναι η τελική εικόνα. 



Βρίσκεις λοιπόν αυτό το μικρό κομματάκι που είναι τόσο γοητευτικό και θες να βρεις οπωσδήποτε τη θέση του. Σου αρέσει τόσο πολύ που θες να το εντάξεις στην εικόνα της ζωής σου. Το σπρώχνεις, το στριμώχνεις να ταιριάξει με τα υπόλοιπα, αλλά τα "δοντάκια" του είναι είτε πολύ μικρά ή πολύ μεγαλύτερα από τις εγκοπές και δεν κολλάνε με τίποτα. Όμως, "κολλάς" εσύ και το σκέφτεσαι ξανά και ξανά. Σου γίνεται εμμονή, ξυπνάς το πρωί και το σκέφτεσαι, κατά τη διάρκεια της ημέρας προσπαθείς να το "δέσεις" με το παζλ σου, αλλά δεν τα καταφέρνεις. Ξαπλώνεις στο κρεβάτι τη νύχτα και έχεις στο μυαλό σου αυτό το μικρό πολύτιμο κομματάκι. 
Είναι ξεκάθαρο πια πως το κομμάτι αυτό δεν είναι από τα "απλά" της αρχής ή του τέλους, είναι από εκείνα τα κομμάτια με τις εσοχές και προεξοχές, από εκείνα τα "σημαντικά" κομμάτια που αν βρεις τη θέση τους ολοκληρώνεται ένα μέρος της εικόνας. 


Μερικές φορές όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Φαίνεται πως όποιος δημιούργησε τις ζωές μας έφτιαξε ένα τεράστιο παζλ στο οποίο δεν είμαστε παρά μόνο ένα πολύ μικρό μέρος μιας μεγαλύτερης εικόνας. 
Τα κομμάτια τα βρίσκουμε τυχαία συνήθως, εκεί που δεν το περιμένουμε. Ένα κομμάτι λοιπόν που μπορεί να μοιάζει πως μας ταιριάζει ή να θέλαμε να ταιριάξει στην "εικόνα" μας μπορεί να μη μας ανήκει καν... Έρχεται λοιπόν κάποιος ή κάποια μια ωραία μέρα (ή μια κρύα βραδιά στη δική μας περίπτωση) χτυπάει την πόρτα, ανοίγεις με το κομματάκι στο χέρι και σου λέει: "Το κομμάτι μου! Μπορείς σε παρακαλώ να μου το δώσεις πίσω;"
Το δίνεις χωρίς να πεις κουβέντα., κλείνεις την πόρτα όμως μένεις σαν άγαλμα πίσω από αυτήν. Μπορεί να κυλήσουν δάκρυα, αν και ντρέπεσαι να κλάψεις. Πως μπορείς να κλάψεις άλλωστε για κάτι που δε σου ανήκε ποτέ; Πως μπορείς να κλάψεις για κάτι που δεν σου δόθηκε; Που δεν δηλώθηκε ποτέ "δικό σου"; Κι όμως τα δάκρυα συνεχίζουν να κυλάνε και τα αφήνεις να σε λυτρώσουν. 
Θα σου πουν οι σοφοί: "Σκούπησε τα δάκρυά σου, θυμίσου πως την επόμενη φορά θα βρεις ένα κομμάτι από τη δική σου εικόνα, τώρα πρέπει να σφίξεις τα χείλη, να σκουπήσεις τα δάκρυα και να παραδεχτείς πως χάρηκες που κράτησες αυτό το κομματάκι, έστω κι αν ήταν μόνο για λίγο. Το αγάπησες και τελικά κατάλαβες πως μπορείς ακόμα να αγαπάς... Κάτι αξίζει κι αυτό έτσι δεν είναι;"


Και μια σοφία ζωής από μια χρόνια λύτρια παζλ : Το κομματάκι που συνήθως δεν έχει πολλά χρώματα και φαίνεται το πιο "δύσκολο" να το ταιριάξεις -ξέρεις για ποιο μιλάω- αυτό που αφήνεις συνήθως στην άκρη και ξεχνάς ότι υπάρχει, μπορεί να είναι το ίδιο κομμάτι που θα αναζητάς στο τέλος για να δώσει την πλήρη μορφή στο παζλ σου...
Σκέψου λοιπόν και δεύτερη φορά πριν το αφήσεις στην άκρη, γιατί μερικές φορές στο συμπαντικό παζλ μπορεί κάποια κομμάτια να ταιριάζουν σε παραπάνω από μία εικόνες, να είναι τα κομμάτια μπαλαντέρ που ταιριάζουν παντού αλλά μόνο οι τυχεροί μπορούν να τα βρουν.
Σκέψου λοιπόν : Είσαι διατεθιμένος να αφήσεις την εικόνα σου ανολοκλήρωτη;